Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2008

34. Τα ανθίβολα

34. Στη συνείδηση των δεκάδων προσφύγων από την Κωνσταντινούπολη που επέλεξαν την Κρήτη ως δεύτερη πατρίδα τους υπήρχε η πίστη ότι στο νησί αυτό θα μεταλαμπαδευόταν ο βυζαντινός πολιτισμός. Ο μεγάλος αριθμός έργων τέχνης που δημιούργησαν οι Κρήτες μετά το 1453 με την παράδοση του Βυζαντίου ακόμα ζωντανή και γόνιμη πιστοποιεί ότι η ελπίδα επαληθεύτηκε.
Βασικό βοήθημα για την καλύτερη κατανόηση των ζωγραφικών έργων της μεταβυζαντινής περιόδου αποτελεί ένα εγχειρίδιο που γράφτηκε το 18ο αιώνα στο Άγιο Όρος από τον Διονύσιο εκ Φουρνά. Στις σελίδες του βρίσκουμε λεπτομερείς περιγραφές της μεθόδου με την οποία οι καλλιτέχνες έκαναν τα προσχέδια και τα διάτρητα υποδείγματα, τα ανθίβολα, που στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν προκειμένου να αναπαράγουν με ακρίβεια κάποια παλαιότερα θέματα.
Η συστηματική χρήση των ανθιβόλων που άρχισε πιθανότατα το 15ο αιώνα έχει τη λογική εξήγησή της στη σημαντική παραγωγή φορητών εικόνων που παρατηρείται εκείνη την εποχή στην Κρήτη. Οι ζωγράφοι οργανωμένοι σε πολυμελή εργαστήρια αναγκάζονταν να κατανέμουν την εργασία σε βοηθούς και μαθητευόμενους ώστε να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στη μεγάλη ζήτηση.
*Τοποθετώντας το ανθίβολο πάνω στο ξύλο το οποίο προετοίμαζε με στρώματα ζωικής κόλλας και γύψου, ο αγιογράφος είχε τη δυνατότητα να αποτυπώσει το θέμα περνώντας καρβουνόσκονη μέσα από το διάτρητο υπόδειγμα. Δεν έμενε παρά να το χαράξει με ένα αιχμηρό εργαλείο για να σταθεροποιήσει τις γραμμές του και να καλύψει την επιφάνεια που περίσσευε με λεπτό φύλλο χρυσού. Η ώρα της δημιουργίας είχε σημάνει και ο ζωγράφος ανακατεύοντας τα χρώματά του με κρόκο αυγού τα άπλωνε με σοφία πάνω στην εικόνα του.
Εικόνα με τη Γέννηση, Κρήτη, αρχές 16ου αιώνα, αυγοτέμπερα σε ξύλο, 57Χ47,5 εκ., Βενετία, Ελληνικό Ινστιτούτο (Βοκοτόπουλος Π., Ελληνική Τέχνη, Βυζαντινές Εικόνες, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995, σελ. 170).